Κλίση του ρήματος lionise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα lionise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος lionise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I lionise
  • you lionise
  • he|she|it lionises
  • we lionise
  • you lionise
  • they lionise

Present Continuous

  • I am lionising
  • you are lionising
  • he|she|it is lionising
  • we are lionising
  • you are lionising
  • they are lionising

Present Perfect

  • I have lionised
  • you have lionised
  • he|she|it has lionised
  • we have lionised
  • you have lionised
  • they have lionised

Present Perfect Continuous

  • I have been lionising
  • you have been lionising
  • he|she|it has been lionising
  • we have been lionising
  • you have been lionising
  • they have been lionising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος lionise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I lionised
  • you lionised
  • he|she|it lionised
  • we lionised
  • you lionised
  • they lionised

Past continuous

  • I was lionising
  • you were lionising
  • he|she|it was lionising
  • we were lionising
  • you were lionising
  • they were lionising

Past perfect

  • I had lionised
  • you had lionised
  • he|she|it had lionised
  • we had lionised
  • you had lionised
  • they had lionised

Past perfect continuous

  • I had been lionising
  • you had been lionising
  • he|she|it had been lionising
  • we had been lionising
  • you had been lionising
  • they had been lionising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος lionise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will lionise
  • you will lionise
  • he|she|it will lionise
  • we will lionise
  • you will lionise
  • they will lionise

Future continuous

  • I will be lionising
  • you will be lionising
  • he|she|it will be lionising
  • we will be lionising
  • you will be lionising
  • they will be lionising

Future perfect

  • I will have lionised
  • you will have lionised
  • he|she|it will have lionised
  • we will have lionised
  • you will have lionised
  • they will have lionised

Future perfect continuous

  • I will have been lionising
  • you will have been lionising
  • he|she|it will have been lionising
  • we will have been lionising
  • you will have been lionising
  • they will have been lionising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα lionise

Present participle

  • lionising

Past participle

  • lionised

Perfect Participle

  • having lionised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα lionise

Imperative

  • lionise
  • let's lionise
  • lionise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: greenlight hat lath lime link lionize liquefy menace overdress protect tellurize