Κλίση του ρήματος liquefy στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα liquefy στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος liquefy στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I liquefy
  • you liquefy
  • he|she|it liquefies
  • we liquefy
  • you liquefy
  • they liquefy

Present Continuous

  • I am liquefying
  • you are liquefying
  • he|she|it is liquefying
  • we are liquefying
  • you are liquefying
  • they are liquefying

Present Perfect

  • I have liquefied
  • you have liquefied
  • he|she|it has liquefied
  • we have liquefied
  • you have liquefied
  • they have liquefied

Present Perfect Continuous

  • I have been liquefying
  • you have been liquefying
  • he|she|it has been liquefying
  • we have been liquefying
  • you have been liquefying
  • they have been liquefying

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος liquefy στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I liquefied
  • you liquefied
  • he|she|it liquefied
  • we liquefied
  • you liquefied
  • they liquefied

Past continuous

  • I was liquefying
  • you were liquefying
  • he|she|it was liquefying
  • we were liquefying
  • you were liquefying
  • they were liquefying

Past perfect

  • I had liquefied
  • you had liquefied
  • he|she|it had liquefied
  • we had liquefied
  • you had liquefied
  • they had liquefied

Past perfect continuous

  • I had been liquefying
  • you had been liquefying
  • he|she|it had been liquefying
  • we had been liquefying
  • you had been liquefying
  • they had been liquefying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος liquefy στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will liquefy
  • you will liquefy
  • he|she|it will liquefy
  • we will liquefy
  • you will liquefy
  • they will liquefy

Future continuous

  • I will be liquefying
  • you will be liquefying
  • he|she|it will be liquefying
  • we will be liquefying
  • you will be liquefying
  • they will be liquefying

Future perfect

  • I will have liquefied
  • you will have liquefied
  • he|she|it will have liquefied
  • we will have liquefied
  • you will have liquefied
  • they will have liquefied

Future perfect continuous

  • I will have been liquefying
  • you will have been liquefying
  • he|she|it will have been liquefying
  • we will have been liquefying
  • you will have been liquefying
  • they will have been liquefying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα liquefy

Present participle

  • liquefying

Past participle

  • liquefied

Perfect Participle

  • having liquefied

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα liquefy

Imperative

  • liquefy
  • let's liquefy
  • liquefy

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: grind hawk lavish lip-read liquate liquesce litter mercurialize overexpose prune tend