Κλίση του ρήματος initialise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα initialise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος initialise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I initialise
  • you initialise
  • he|she|it initialises
  • we initialise
  • you initialise
  • they initialise

Present Continuous

  • I am initialising
  • you are initialising
  • he|she|it is initialising
  • we are initialising
  • you are initialising
  • they are initialising

Present Perfect

  • I have initialised
  • you have initialised
  • he|she|it has initialised
  • we have initialised
  • you have initialised
  • they have initialised

Present Perfect Continuous

  • I have been initialising
  • you have been initialising
  • he|she|it has been initialising
  • we have been initialising
  • you have been initialising
  • they have been initialising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος initialise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I initialised
  • you initialised
  • he|she|it initialised
  • we initialised
  • you initialised
  • they initialised

Past continuous

  • I was initialising
  • you were initialising
  • he|she|it was initialising
  • we were initialising
  • you were initialising
  • they were initialising

Past perfect

  • I had initialised
  • you had initialised
  • he|she|it had initialised
  • we had initialised
  • you had initialised
  • they had initialised

Past perfect continuous

  • I had been initialising
  • you had been initialising
  • he|she|it had been initialising
  • we had been initialising
  • you had been initialising
  • they had been initialising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος initialise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will initialise
  • you will initialise
  • he|she|it will initialise
  • we will initialise
  • you will initialise
  • they will initialise

Future continuous

  • I will be initialising
  • you will be initialising
  • he|she|it will be initialising
  • we will be initialising
  • you will be initialising
  • they will be initialising

Future perfect

  • I will have initialised
  • you will have initialised
  • he|she|it will have initialised
  • we will have initialised
  • you will have initialised
  • they will have initialised

Future perfect continuous

  • I will have been initialising
  • you will have been initialising
  • he|she|it will have been initialising
  • we will have been initialising
  • you will have been initialising
  • they will have been initialising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα initialise

Present participle

  • initialising

Past participle

  • initialised

Perfect Participle

  • having initialised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα initialise

Imperative

  • initialise
  • let's initialise
  • initialise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: flam forest incarnate inhabit initial initialize innervate jeopardise misapply pend squirt word