Κλίση του ρήματος whimper στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα whimper στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος whimper στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I whimper
  • you whimper
  • he|she|it whimpers
  • we whimper
  • you whimper
  • they whimper

Present Continuous

  • I am whimpering
  • you are whimpering
  • he|she|it is whimpering
  • we are whimpering
  • you are whimpering
  • they are whimpering

Present Perfect

  • I have whimpered
  • you have whimpered
  • he|she|it has whimpered
  • we have whimpered
  • you have whimpered
  • they have whimpered

Present Perfect Continuous

  • I have been whimpering
  • you have been whimpering
  • he|she|it has been whimpering
  • we have been whimpering
  • you have been whimpering
  • they have been whimpering

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος whimper στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I whimpered
  • you whimpered
  • he|she|it whimpered
  • we whimpered
  • you whimpered
  • they whimpered

Past continuous

  • I was whimpering
  • you were whimpering
  • he|she|it was whimpering
  • we were whimpering
  • you were whimpering
  • they were whimpering

Past perfect

  • I had whimpered
  • you had whimpered
  • he|she|it had whimpered
  • we had whimpered
  • you had whimpered
  • they had whimpered

Past perfect continuous

  • I had been whimpering
  • you had been whimpering
  • he|she|it had been whimpering
  • we had been whimpering
  • you had been whimpering
  • they had been whimpering

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος whimper στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will whimper
  • you will whimper
  • he|she|it will whimper
  • we will whimper
  • you will whimper
  • they will whimper

Future continuous

  • I will be whimpering
  • you will be whimpering
  • he|she|it will be whimpering
  • we will be whimpering
  • you will be whimpering
  • they will be whimpering

Future perfect

  • I will have whimpered
  • you will have whimpered
  • he|she|it will have whimpered
  • we will have whimpered
  • you will have whimpered
  • they will have whimpered

Future perfect continuous

  • I will have been whimpering
  • you will have been whimpering
  • he|she|it will have been whimpering
  • we will have been whimpering
  • you will have been whimpering
  • they will have been whimpering

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα whimper

Present participle

  • whimpering

Past participle

  • whimpered

Perfect Participle

  • having whimpered

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα whimper

Imperative

  • whimper
  • let's whimper
  • whimper

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: destroy gladden supper taperecord want whelp while whine whish