Κλίση του ρήματος tom-tom στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα tom-tom στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος tom-tom στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I tom-tom
  • you tom-tom
  • he|she|it tom-toms
  • we tom-tom
  • you tom-tom
  • they tom-tom

Present Continuous

  • I am tom-toming
  • you are tom-toming
  • he|she|it is tom-toming
  • we are tom-toming
  • you are tom-toming
  • they are tom-toming

Present Perfect

  • I have tom-tomed
  • you have tom-tomed
  • he|she|it has tom-tomed
  • we have tom-tomed
  • you have tom-tomed
  • they have tom-tomed

Present Perfect Continuous

  • I have been tom-toming
  • you have been tom-toming
  • he|she|it has been tom-toming
  • we have been tom-toming
  • you have been tom-toming
  • they have been tom-toming

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος tom-tom στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I tom-tomed
  • you tom-tomed
  • he|she|it tom-tomed
  • we tom-tomed
  • you tom-tomed
  • they tom-tomed

Past continuous

  • I was tom-toming
  • you were tom-toming
  • he|she|it was tom-toming
  • we were tom-toming
  • you were tom-toming
  • they were tom-toming

Past perfect

  • I had tom-tomed
  • you had tom-tomed
  • he|she|it had tom-tomed
  • we had tom-tomed
  • you had tom-tomed
  • they had tom-tomed

Past perfect continuous

  • I had been tom-toming
  • you had been tom-toming
  • he|she|it had been tom-toming
  • we had been tom-toming
  • you had been tom-toming
  • they had been tom-toming

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος tom-tom στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will tom-tom
  • you will tom-tom
  • he|she|it will tom-tom
  • we will tom-tom
  • you will tom-tom
  • they will tom-tom

Future continuous

  • I will be tom-toming
  • you will be tom-toming
  • he|she|it will be tom-toming
  • we will be tom-toming
  • you will be tom-toming
  • they will be tom-toming

Future perfect

  • I will have tom-tomed
  • you will have tom-tomed
  • he|she|it will have tom-tomed
  • we will have tom-tomed
  • you will have tom-tomed
  • they will have tom-tomed

Future perfect continuous

  • I will have been tom-toming
  • you will have been tom-toming
  • he|she|it will have been tom-toming
  • we will have been tom-toming
  • you will have been tom-toming
  • they will have been tom-toming

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα tom-tom

Present participle

  • tom-toming

Past participle

  • tom-tomed

Perfect Participle

  • having tom-tomed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα tom-tom

Imperative

  • tom-tom
  • let's tom-tom
  • tom-tom

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: confer eternize sight-read sluff thole toil toll tomb tootle unarm witness