Κλίση του ρήματος snowshoe στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα snowshoe στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος snowshoe στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I snowshoe
  • you snowshoe
  • he|she|it snowshoes
  • we snowshoe
  • you snowshoe
  • they snowshoe

Present Continuous

  • I am snowshoing
  • you are snowshoing
  • he|she|it is snowshoing
  • we are snowshoing
  • you are snowshoing
  • they are snowshoing

Present Perfect

  • I have snowshoed
  • you have snowshoed
  • he|she|it has snowshoed
  • we have snowshoed
  • you have snowshoed
  • they have snowshoed

Present Perfect Continuous

  • I have been snowshoing
  • you have been snowshoing
  • he|she|it has been snowshoing
  • we have been snowshoing
  • you have been snowshoing
  • they have been snowshoing

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος snowshoe στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I snowshoed
  • you snowshoed
  • he|she|it snowshoed
  • we snowshoed
  • you snowshoed
  • they snowshoed

Past continuous

  • I was snowshoing
  • you were snowshoing
  • he|she|it was snowshoing
  • we were snowshoing
  • you were snowshoing
  • they were snowshoing

Past perfect

  • I had snowshoed
  • you had snowshoed
  • he|she|it had snowshoed
  • we had snowshoed
  • you had snowshoed
  • they had snowshoed

Past perfect continuous

  • I had been snowshoing
  • you had been snowshoing
  • he|she|it had been snowshoing
  • we had been snowshoing
  • you had been snowshoing
  • they had been snowshoing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος snowshoe στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will snowshoe
  • you will snowshoe
  • he|she|it will snowshoe
  • we will snowshoe
  • you will snowshoe
  • they will snowshoe

Future continuous

  • I will be snowshoing
  • you will be snowshoing
  • he|she|it will be snowshoing
  • we will be snowshoing
  • you will be snowshoing
  • they will be snowshoing

Future perfect

  • I will have snowshoed
  • you will have snowshoed
  • he|she|it will have snowshoed
  • we will have snowshoed
  • you will have snowshoed
  • they will have snowshoed

Future perfect continuous

  • I will have been snowshoing
  • you will have been snowshoing
  • he|she|it will have been snowshoing
  • we will have been snowshoing
  • you will have been snowshoing
  • they will have been snowshoing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα snowshoe

Present participle

  • snowshoing

Past participle

  • snowshoed

Perfect Participle

  • having snowshoed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα snowshoe

Imperative

  • snowshoe
  • let's snowshoe
  • snowshoe

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: blether depoliticise refocuse repine slipper snooze snowplough snub sober stampede time wetnurse