Κλίση του ρήματος phenolate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα phenolate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος phenolate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I phenolate
  • you phenolate
  • he|she|it phenolates
  • we phenolate
  • you phenolate
  • they phenolate

Present Continuous

  • I am phenolating
  • you are phenolating
  • he|she|it is phenolating
  • we are phenolating
  • you are phenolating
  • they are phenolating

Present Perfect

  • I have phenolated
  • you have phenolated
  • he|she|it has phenolated
  • we have phenolated
  • you have phenolated
  • they have phenolated

Present Perfect Continuous

  • I have been phenolating
  • you have been phenolating
  • he|she|it has been phenolating
  • we have been phenolating
  • you have been phenolating
  • they have been phenolating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος phenolate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I phenolated
  • you phenolated
  • he|she|it phenolated
  • we phenolated
  • you phenolated
  • they phenolated

Past continuous

  • I was phenolating
  • you were phenolating
  • he|she|it was phenolating
  • we were phenolating
  • you were phenolating
  • they were phenolating

Past perfect

  • I had phenolated
  • you had phenolated
  • he|she|it had phenolated
  • we had phenolated
  • you had phenolated
  • they had phenolated

Past perfect continuous

  • I had been phenolating
  • you had been phenolating
  • he|she|it had been phenolating
  • we had been phenolating
  • you had been phenolating
  • they had been phenolating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος phenolate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will phenolate
  • you will phenolate
  • he|she|it will phenolate
  • we will phenolate
  • you will phenolate
  • they will phenolate

Future continuous

  • I will be phenolating
  • you will be phenolating
  • he|she|it will be phenolating
  • we will be phenolating
  • you will be phenolating
  • they will be phenolating

Future perfect

  • I will have phenolated
  • you will have phenolated
  • he|she|it will have phenolated
  • we will have phenolated
  • you will have phenolated
  • they will have phenolated

Future perfect continuous

  • I will have been phenolating
  • you will have been phenolating
  • he|she|it will have been phenolating
  • we will have been phenolating
  • you will have been phenolating
  • they will have been phenolating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα phenolate

Present participle

  • phenolating

Past participle

  • phenolated

Perfect Participle

  • having phenolated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα phenolate

Imperative

  • phenolate
  • let's phenolate
  • phenolate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: arrest loiter materialize pawn pestle phase philander photobomb potroast reel shalt