Κλίση του ρήματος pencil στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα pencil στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος pencil στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I pencil
  • you pencil
  • he|she|it pencils
  • we pencil
  • you pencil
  • they pencil

Present Continuous

  • I am pencilling
  • you are pencilling
  • he|she|it is pencilling
  • we are pencilling
  • you are pencilling
  • they are pencilling

Present Perfect

  • I have pencilled
  • you have pencilled
  • he|she|it has pencilled
  • we have pencilled
  • you have pencilled
  • they have pencilled

Present Perfect Continuous

  • I have been pencilling
  • you have been pencilling
  • he|she|it has been pencilling
  • we have been pencilling
  • you have been pencilling
  • they have been pencilling

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος pencil στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I pencilled
  • you pencilled
  • he|she|it pencilled
  • we pencilled
  • you pencilled
  • they pencilled

Past continuous

  • I was pencilling
  • you were pencilling
  • he|she|it was pencilling
  • we were pencilling
  • you were pencilling
  • they were pencilling

Past perfect

  • I had pencilled
  • you had pencilled
  • he|she|it had pencilled
  • we had pencilled
  • you had pencilled
  • they had pencilled

Past perfect continuous

  • I had been pencilling
  • you had been pencilling
  • he|she|it had been pencilling
  • we had been pencilling
  • you had been pencilling
  • they had been pencilling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος pencil στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will pencil
  • you will pencil
  • he|she|it will pencil
  • we will pencil
  • you will pencil
  • they will pencil

Future continuous

  • I will be pencilling
  • you will be pencilling
  • he|she|it will be pencilling
  • we will be pencilling
  • you will be pencilling
  • they will be pencilling

Future perfect

  • I will have pencilled
  • you will have pencilled
  • he|she|it will have pencilled
  • we will have pencilled
  • you will have pencilled
  • they will have pencilled

Future perfect continuous

  • I will have been pencilling
  • you will have been pencilling
  • he|she|it will have been pencilling
  • we will have been pencilling
  • you will have been pencilling
  • they will have been pencilling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα pencil

Present participle

  • pencilling

Past participle

  • pencilled

Perfect Participle

  • having pencilled

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα pencil

Imperative

  • pencil
  • let's pencil
  • pencil

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: anthologise lighten man-handle paper peg penance pend peptonize police recompense segment