Κλίση του ρήματος officer στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα officer στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος officer στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I officer
  • you officer
  • he|she|it officers
  • we officer
  • you officer
  • they officer

Present Continuous

  • I am officering
  • you are officering
  • he|she|it is officering
  • we are officering
  • you are officering
  • they are officering

Present Perfect

  • I have officered
  • you have officered
  • he|she|it has officered
  • we have officered
  • you have officered
  • they have officered

Present Perfect Continuous

  • I have been officering
  • you have been officering
  • he|she|it has been officering
  • we have been officering
  • you have been officering
  • they have been officering

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος officer στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I officered
  • you officered
  • he|she|it officered
  • we officered
  • you officered
  • they officered

Past continuous

  • I was officering
  • you were officering
  • he|she|it was officering
  • we were officering
  • you were officering
  • they were officering

Past perfect

  • I had officered
  • you had officered
  • he|she|it had officered
  • we had officered
  • you had officered
  • they had officered

Past perfect continuous

  • I had been officering
  • you had been officering
  • he|she|it had been officering
  • we had been officering
  • you had been officering
  • they had been officering

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος officer στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will officer
  • you will officer
  • he|she|it will officer
  • we will officer
  • you will officer
  • they will officer

Future continuous

  • I will be officering
  • you will be officering
  • he|she|it will be officering
  • we will be officering
  • you will be officering
  • they will be officering

Future perfect

  • I will have officered
  • you will have officered
  • he|she|it will have officered
  • we will have officered
  • you will have officered
  • they will have officered

Future perfect continuous

  • I will have been officering
  • you will have been officering
  • he|she|it will have been officering
  • we will have been officering
  • you will have been officering
  • they will have been officering

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα officer

Present participle

  • officering

Past participle

  • officered

Perfect Participle

  • having officered

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα officer

Imperative

  • officer
  • let's officer
  • officer

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: intergrade jelly nibble occupy offer officiate old-talk overspill preteach retell vat