Κλίση του ρήματος objectify στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα objectify στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος objectify στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I objectify
  • you objectify
  • he|she|it objectifies
  • we objectify
  • you objectify
  • they objectify

Present Continuous

  • I am objectifying
  • you are objectifying
  • he|she|it is objectifying
  • we are objectifying
  • you are objectifying
  • they are objectifying

Present Perfect

  • I have objectified
  • you have objectified
  • he|she|it has objectified
  • we have objectified
  • you have objectified
  • they have objectified

Present Perfect Continuous

  • I have been objectifying
  • you have been objectifying
  • he|she|it has been objectifying
  • we have been objectifying
  • you have been objectifying
  • they have been objectifying

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος objectify στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I objectified
  • you objectified
  • he|she|it objectified
  • we objectified
  • you objectified
  • they objectified

Past continuous

  • I was objectifying
  • you were objectifying
  • he|she|it was objectifying
  • we were objectifying
  • you were objectifying
  • they were objectifying

Past perfect

  • I had objectified
  • you had objectified
  • he|she|it had objectified
  • we had objectified
  • you had objectified
  • they had objectified

Past perfect continuous

  • I had been objectifying
  • you had been objectifying
  • he|she|it had been objectifying
  • we had been objectifying
  • you had been objectifying
  • they had been objectifying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος objectify στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will objectify
  • you will objectify
  • he|she|it will objectify
  • we will objectify
  • you will objectify
  • they will objectify

Future continuous

  • I will be objectifying
  • you will be objectifying
  • he|she|it will be objectifying
  • we will be objectifying
  • you will be objectifying
  • they will be objectifying

Future perfect

  • I will have objectified
  • you will have objectified
  • he|she|it will have objectified
  • we will have objectified
  • you will have objectified
  • they will have objectified

Future perfect continuous

  • I will have been objectifying
  • you will have been objectifying
  • he|she|it will have been objectifying
  • we will have been objectifying
  • you will have been objectifying
  • they will have been objectifying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα objectify

Present participle

  • objectifying

Past participle

  • objectified

Perfect Participle

  • having objectified

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα objectify

Imperative

  • objectify
  • let's objectify
  • objectify

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: institutionalise itemise nationalize nut object objurgate obsess overlook premiss resound use