Κλίση του ρήματος moralise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα moralise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος moralise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I moralise
  • you moralise
  • he|she|it moralises
  • we moralise
  • you moralise
  • they moralise

Present Continuous

  • I am moralising
  • you are moralising
  • he|she|it is moralising
  • we are moralising
  • you are moralising
  • they are moralising

Present Perfect

  • I have moralised
  • you have moralised
  • he|she|it has moralised
  • we have moralised
  • you have moralised
  • they have moralised

Present Perfect Continuous

  • I have been moralising
  • you have been moralising
  • he|she|it has been moralising
  • we have been moralising
  • you have been moralising
  • they have been moralising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος moralise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I moralised
  • you moralised
  • he|she|it moralised
  • we moralised
  • you moralised
  • they moralised

Past continuous

  • I was moralising
  • you were moralising
  • he|she|it was moralising
  • we were moralising
  • you were moralising
  • they were moralising

Past perfect

  • I had moralised
  • you had moralised
  • he|she|it had moralised
  • we had moralised
  • you had moralised
  • they had moralised

Past perfect continuous

  • I had been moralising
  • you had been moralising
  • he|she|it had been moralising
  • we had been moralising
  • you had been moralising
  • they had been moralising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος moralise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will moralise
  • you will moralise
  • he|she|it will moralise
  • we will moralise
  • you will moralise
  • they will moralise

Future continuous

  • I will be moralising
  • you will be moralising
  • he|she|it will be moralising
  • we will be moralising
  • you will be moralising
  • they will be moralising

Future perfect

  • I will have moralised
  • you will have moralised
  • he|she|it will have moralised
  • we will have moralised
  • you will have moralised
  • they will have moralised

Future perfect continuous

  • I will have been moralising
  • you will have been moralising
  • he|she|it will have been moralising
  • we will have been moralising
  • you will have been moralising
  • they will have been moralising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα moralise

Present participle

  • moralising

Past participle

  • moralised

Perfect Participle

  • having moralised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα moralise

Imperative

  • moralise
  • let's moralise
  • moralise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: impassion ink mishit moon mope moralize mothball oil playback rehear undernourish