Κλίση του ρήματος focalise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα focalise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος focalise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I focalise
  • you focalise
  • he|she|it focalises
  • we focalise
  • you focalise
  • they focalise

Present Continuous

  • I am focalising
  • you are focalising
  • he|she|it is focalising
  • we are focalising
  • you are focalising
  • they are focalising

Present Perfect

  • I have focalised
  • you have focalised
  • he|she|it has focalised
  • we have focalised
  • you have focalised
  • they have focalised

Present Perfect Continuous

  • I have been focalising
  • you have been focalising
  • he|she|it has been focalising
  • we have been focalising
  • you have been focalising
  • they have been focalising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος focalise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I focalised
  • you focalised
  • he|she|it focalised
  • we focalised
  • you focalised
  • they focalised

Past continuous

  • I was focalising
  • you were focalising
  • he|she|it was focalising
  • we were focalising
  • you were focalising
  • they were focalising

Past perfect

  • I had focalised
  • you had focalised
  • he|she|it had focalised
  • we had focalised
  • you had focalised
  • they had focalised

Past perfect continuous

  • I had been focalising
  • you had been focalising
  • he|she|it had been focalising
  • we had been focalising
  • you had been focalising
  • they had been focalising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος focalise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will focalise
  • you will focalise
  • he|she|it will focalise
  • we will focalise
  • you will focalise
  • they will focalise

Future continuous

  • I will be focalising
  • you will be focalising
  • he|she|it will be focalising
  • we will be focalising
  • you will be focalising
  • they will be focalising

Future perfect

  • I will have focalised
  • you will have focalised
  • he|she|it will have focalised
  • we will have focalised
  • you will have focalised
  • they will have focalised

Future perfect continuous

  • I will have been focalising
  • you will have been focalising
  • he|she|it will have been focalising
  • we will have been focalising
  • you will have been focalising
  • they will have been focalising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα focalise

Present participle

  • focalising

Past participle

  • focalised

Perfect Participle

  • having focalised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα focalise

Imperative

  • focalise
  • let's focalise
  • focalise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: disbar dissent flank flypost fob focalize folio garden imagine lump review teleport