Κλίση του ρήματος finalise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα finalise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος finalise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I finalise
  • you finalise
  • he|she|it finalises
  • we finalise
  • you finalise
  • they finalise

Present Continuous

  • I am finalising
  • you are finalising
  • he|she|it is finalising
  • we are finalising
  • you are finalising
  • they are finalising

Present Perfect

  • I have finalised
  • you have finalised
  • he|she|it has finalised
  • we have finalised
  • you have finalised
  • they have finalised

Present Perfect Continuous

  • I have been finalising
  • you have been finalising
  • he|she|it has been finalising
  • we have been finalising
  • you have been finalising
  • they have been finalising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος finalise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I finalised
  • you finalised
  • he|she|it finalised
  • we finalised
  • you finalised
  • they finalised

Past continuous

  • I was finalising
  • you were finalising
  • he|she|it was finalising
  • we were finalising
  • you were finalising
  • they were finalising

Past perfect

  • I had finalised
  • you had finalised
  • he|she|it had finalised
  • we had finalised
  • you had finalised
  • they had finalised

Past perfect continuous

  • I had been finalising
  • you had been finalising
  • he|she|it had been finalising
  • we had been finalising
  • you had been finalising
  • they had been finalising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος finalise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will finalise
  • you will finalise
  • he|she|it will finalise
  • we will finalise
  • you will finalise
  • they will finalise

Future continuous

  • I will be finalising
  • you will be finalising
  • he|she|it will be finalising
  • we will be finalising
  • you will be finalising
  • they will be finalising

Future perfect

  • I will have finalised
  • you will have finalised
  • he|she|it will have finalised
  • we will have finalised
  • you will have finalised
  • they will have finalised

Future perfect continuous

  • I will have been finalising
  • you will have been finalising
  • he|she|it will have been finalising
  • we will have been finalising
  • you will have been finalising
  • they will have been finalising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα finalise

Present participle

  • finalising

Past participle

  • finalised

Perfect Participle

  • having finalised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα finalise

Imperative

  • finalise
  • let's finalise
  • finalise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: despise disclaim fasten fillip finagle finalize fingerprint foxhunt homeschool legislate represent sweettalk