Κλίση του ρήματος feminise στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα feminise στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος feminise στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I feminise
  • you feminise
  • he|she|it feminises
  • we feminise
  • you feminise
  • they feminise

Present Continuous

  • I am feminising
  • you are feminising
  • he|she|it is feminising
  • we are feminising
  • you are feminising
  • they are feminising

Present Perfect

  • I have feminised
  • you have feminised
  • he|she|it has feminised
  • we have feminised
  • you have feminised
  • they have feminised

Present Perfect Continuous

  • I have been feminising
  • you have been feminising
  • he|she|it has been feminising
  • we have been feminising
  • you have been feminising
  • they have been feminising

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος feminise στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I feminised
  • you feminised
  • he|she|it feminised
  • we feminised
  • you feminised
  • they feminised

Past continuous

  • I was feminising
  • you were feminising
  • he|she|it was feminising
  • we were feminising
  • you were feminising
  • they were feminising

Past perfect

  • I had feminised
  • you had feminised
  • he|she|it had feminised
  • we had feminised
  • you had feminised
  • they had feminised

Past perfect continuous

  • I had been feminising
  • you had been feminising
  • he|she|it had been feminising
  • we had been feminising
  • you had been feminising
  • they had been feminising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος feminise στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will feminise
  • you will feminise
  • he|she|it will feminise
  • we will feminise
  • you will feminise
  • they will feminise

Future continuous

  • I will be feminising
  • you will be feminising
  • he|she|it will be feminising
  • we will be feminising
  • you will be feminising
  • they will be feminising

Future perfect

  • I will have feminised
  • you will have feminised
  • he|she|it will have feminised
  • we will have feminised
  • you will have feminised
  • they will have feminised

Future perfect continuous

  • I will have been feminising
  • you will have been feminising
  • he|she|it will have been feminising
  • we will have been feminising
  • you will have been feminising
  • they will have been feminising

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα feminise

Present participle

  • feminising

Past participle

  • feminised

Perfect Participle

  • having feminised

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα feminise

Imperative

  • feminise
  • let's feminise
  • feminise

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: depress dimple eye feel fellow feminize fertilize foreknow hide lap remove suppose