Κλίση του ρήματος eyeball στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα eyeball στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος eyeball στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I eyeball
  • you eyeball
  • he|she|it eyeballs
  • we eyeball
  • you eyeball
  • they eyeball

Present Continuous

  • I am eyeballing
  • you are eyeballing
  • he|she|it is eyeballing
  • we are eyeballing
  • you are eyeballing
  • they are eyeballing

Present Perfect

  • I have eyeballed
  • you have eyeballed
  • he|she|it has eyeballed
  • we have eyeballed
  • you have eyeballed
  • they have eyeballed

Present Perfect Continuous

  • I have been eyeballing
  • you have been eyeballing
  • he|she|it has been eyeballing
  • we have been eyeballing
  • you have been eyeballing
  • they have been eyeballing

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος eyeball στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I eyeballed
  • you eyeballed
  • he|she|it eyeballed
  • we eyeballed
  • you eyeballed
  • they eyeballed

Past continuous

  • I was eyeballing
  • you were eyeballing
  • he|she|it was eyeballing
  • we were eyeballing
  • you were eyeballing
  • they were eyeballing

Past perfect

  • I had eyeballed
  • you had eyeballed
  • he|she|it had eyeballed
  • we had eyeballed
  • you had eyeballed
  • they had eyeballed

Past perfect continuous

  • I had been eyeballing
  • you had been eyeballing
  • he|she|it had been eyeballing
  • we had been eyeballing
  • you had been eyeballing
  • they had been eyeballing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος eyeball στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will eyeball
  • you will eyeball
  • he|she|it will eyeball
  • we will eyeball
  • you will eyeball
  • they will eyeball

Future continuous

  • I will be eyeballing
  • you will be eyeballing
  • he|she|it will be eyeballing
  • we will be eyeballing
  • you will be eyeballing
  • they will be eyeballing

Future perfect

  • I will have eyeballed
  • you will have eyeballed
  • he|she|it will have eyeballed
  • we will have eyeballed
  • you will have eyeballed
  • they will have eyeballed

Future perfect continuous

  • I will have been eyeballing
  • you will have been eyeballing
  • he|she|it will have been eyeballing
  • we will have been eyeballing
  • you will have been eyeballing
  • they will have been eyeballing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα eyeball

Present participle

  • eyeballing

Past participle

  • eyeballed

Perfect Participle

  • having eyeballed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα eyeball

Imperative

  • eyeball
  • let's eyeball
  • eyeball

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: demagnetise desquamate exclaim extricate eye eyelet facilitate flock hardcode keratinize regrate subserve