Κλίση του ρήματος entrust στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα entrust στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος entrust στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I entrust
  • you entrust
  • he|she|it entrusts
  • we entrust
  • you entrust
  • they entrust

Present Continuous

  • I am entrusting
  • you are entrusting
  • he|she|it is entrusting
  • we are entrusting
  • you are entrusting
  • they are entrusting

Present Perfect

  • I have entrusted
  • you have entrusted
  • he|she|it has entrusted
  • we have entrusted
  • you have entrusted
  • they have entrusted

Present Perfect Continuous

  • I have been entrusting
  • you have been entrusting
  • he|she|it has been entrusting
  • we have been entrusting
  • you have been entrusting
  • they have been entrusting

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος entrust στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I entrusted
  • you entrusted
  • he|she|it entrusted
  • we entrusted
  • you entrusted
  • they entrusted

Past continuous

  • I was entrusting
  • you were entrusting
  • he|she|it was entrusting
  • we were entrusting
  • you were entrusting
  • they were entrusting

Past perfect

  • I had entrusted
  • you had entrusted
  • he|she|it had entrusted
  • we had entrusted
  • you had entrusted
  • they had entrusted

Past perfect continuous

  • I had been entrusting
  • you had been entrusting
  • he|she|it had been entrusting
  • we had been entrusting
  • you had been entrusting
  • they had been entrusting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος entrust στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will entrust
  • you will entrust
  • he|she|it will entrust
  • we will entrust
  • you will entrust
  • they will entrust

Future continuous

  • I will be entrusting
  • you will be entrusting
  • he|she|it will be entrusting
  • we will be entrusting
  • you will be entrusting
  • they will be entrusting

Future perfect

  • I will have entrusted
  • you will have entrusted
  • he|she|it will have entrusted
  • we will have entrusted
  • you will have entrusted
  • they will have entrusted

Future perfect continuous

  • I will have been entrusting
  • you will have been entrusting
  • he|she|it will have been entrusting
  • we will have been entrusting
  • you will have been entrusting
  • they will have been entrusting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα entrust

Present participle

  • entrusting

Past participle

  • entrusted

Perfect Participle

  • having entrusted

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα entrust

Imperative

  • entrust
  • let's entrust
  • entrust

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: damage deflate encore entomologize entrench entwine envision fallow glister interosculate re-present stain