Κλίση του ρήματος dry-salt στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα dry-salt στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος dry-salt στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I dry-salt
  • you dry-salt
  • he|she|it dry-salts
  • we dry-salt
  • you dry-salt
  • they dry-salt

Present Continuous

  • I am dry-salting
  • you are dry-salting
  • he|she|it is dry-salting
  • we are dry-salting
  • you are dry-salting
  • they are dry-salting

Present Perfect

  • I have dry-salted
  • you have dry-salted
  • he|she|it has dry-salted
  • we have dry-salted
  • you have dry-salted
  • they have dry-salted

Present Perfect Continuous

  • I have been dry-salting
  • you have been dry-salting
  • he|she|it has been dry-salting
  • we have been dry-salting
  • you have been dry-salting
  • they have been dry-salting

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος dry-salt στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I dry-salted
  • you dry-salted
  • he|she|it dry-salted
  • we dry-salted
  • you dry-salted
  • they dry-salted

Past continuous

  • I was dry-salting
  • you were dry-salting
  • he|she|it was dry-salting
  • we were dry-salting
  • you were dry-salting
  • they were dry-salting

Past perfect

  • I had dry-salted
  • you had dry-salted
  • he|she|it had dry-salted
  • we had dry-salted
  • you had dry-salted
  • they had dry-salted

Past perfect continuous

  • I had been dry-salting
  • you had been dry-salting
  • he|she|it had been dry-salting
  • we had been dry-salting
  • you had been dry-salting
  • they had been dry-salting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος dry-salt στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will dry-salt
  • you will dry-salt
  • he|she|it will dry-salt
  • we will dry-salt
  • you will dry-salt
  • they will dry-salt

Future continuous

  • I will be dry-salting
  • you will be dry-salting
  • he|she|it will be dry-salting
  • we will be dry-salting
  • you will be dry-salting
  • they will be dry-salting

Future perfect

  • I will have dry-salted
  • you will have dry-salted
  • he|she|it will have dry-salted
  • we will have dry-salted
  • you will have dry-salted
  • they will have dry-salted

Future perfect continuous

  • I will have been dry-salting
  • you will have been dry-salting
  • he|she|it will have been dry-salting
  • we will have been dry-salting
  • you will have been dry-salting
  • they will have been dry-salting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα dry-salt

Present participle

  • dry-salting

Past participle

  • dry-salted

Perfect Participle

  • having dry-salted

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα dry-salt

Imperative

  • dry-salt
  • let's dry-salt
  • dry-salt

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: convoy criminalize double-bank drowse dry-clean dryclean dull enplane forfeit imbricate proffer smolder