Κλίση του ρήματος docket στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα docket στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος docket στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I docket
  • you docket
  • he|she|it dockets
  • we docket
  • you docket
  • they docket

Present Continuous

  • I am docketing
  • you are docketing
  • he|she|it is docketing
  • we are docketing
  • you are docketing
  • they are docketing

Present Perfect

  • I have docketed
  • you have docketed
  • he|she|it has docketed
  • we have docketed
  • you have docketed
  • they have docketed

Present Perfect Continuous

  • I have been docketing
  • you have been docketing
  • he|she|it has been docketing
  • we have been docketing
  • you have been docketing
  • they have been docketing

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος docket στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I docketed
  • you docketed
  • he|she|it docketed
  • we docketed
  • you docketed
  • they docketed

Past continuous

  • I was docketing
  • you were docketing
  • he|she|it was docketing
  • we were docketing
  • you were docketing
  • they were docketing

Past perfect

  • I had docketed
  • you had docketed
  • he|she|it had docketed
  • we had docketed
  • you had docketed
  • they had docketed

Past perfect continuous

  • I had been docketing
  • you had been docketing
  • he|she|it had been docketing
  • we had been docketing
  • you had been docketing
  • they had been docketing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος docket στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will docket
  • you will docket
  • he|she|it will docket
  • we will docket
  • you will docket
  • they will docket

Future continuous

  • I will be docketing
  • you will be docketing
  • he|she|it will be docketing
  • we will be docketing
  • you will be docketing
  • they will be docketing

Future perfect

  • I will have docketed
  • you will have docketed
  • he|she|it will have docketed
  • we will have docketed
  • you will have docketed
  • they will have docketed

Future perfect continuous

  • I will have been docketing
  • you will have been docketing
  • he|she|it will have been docketing
  • we will have been docketing
  • you will have been docketing
  • they will have been docketing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα docket

Present participle

  • docketing

Past participle

  • docketed

Perfect Participle

  • having docketed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα docket

Imperative

  • docket
  • let's docket
  • docket

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: concern copyedit disparage divulgate dock doctor dole emaciate flick honour preachify skate