Κλίση του ρήματος concrete στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα concrete στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος concrete στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I concrete
  • you concrete
  • he|she|it concretes
  • we concrete
  • you concrete
  • they concrete

Present Continuous

  • I am concreting
  • you are concreting
  • he|she|it is concreting
  • we are concreting
  • you are concreting
  • they are concreting

Present Perfect

  • I have concreted
  • you have concreted
  • he|she|it has concreted
  • we have concreted
  • you have concreted
  • they have concreted

Present Perfect Continuous

  • I have been concreting
  • you have been concreting
  • he|she|it has been concreting
  • we have been concreting
  • you have been concreting
  • they have been concreting

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος concrete στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I concreted
  • you concreted
  • he|she|it concreted
  • we concreted
  • you concreted
  • they concreted

Past continuous

  • I was concreting
  • you were concreting
  • he|she|it was concreting
  • we were concreting
  • you were concreting
  • they were concreting

Past perfect

  • I had concreted
  • you had concreted
  • he|she|it had concreted
  • we had concreted
  • you had concreted
  • they had concreted

Past perfect continuous

  • I had been concreting
  • you had been concreting
  • he|she|it had been concreting
  • we had been concreting
  • you had been concreting
  • they had been concreting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος concrete στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will concrete
  • you will concrete
  • he|she|it will concrete
  • we will concrete
  • you will concrete
  • they will concrete

Future continuous

  • I will be concreting
  • you will be concreting
  • he|she|it will be concreting
  • we will be concreting
  • you will be concreting
  • they will be concreting

Future perfect

  • I will have concreted
  • you will have concreted
  • he|she|it will have concreted
  • we will have concreted
  • you will have concreted
  • they will have concreted

Future perfect continuous

  • I will have been concreting
  • you will have been concreting
  • he|she|it will have been concreting
  • we will have been concreting
  • you will have been concreting
  • they will have been concreting

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα concrete

Present participle

  • concreting

Past participle

  • concreted

Perfect Participle

  • having concreted

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα concrete

Imperative

  • concrete
  • let's concrete
  • concrete

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: barber beta-test colonise conceptualize concoct concretize conduce craft diffuse exaggerate miscast reacquaint