Κλίση του ρήματος allocate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα allocate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος allocate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I allocate
  • you allocate
  • he|she|it allocates
  • we allocate
  • you allocate
  • they allocate

Present Continuous

  • I am allocating
  • you are allocating
  • he|she|it is allocating
  • we are allocating
  • you are allocating
  • they are allocating

Present Perfect

  • I have allocated
  • you have allocated
  • he|she|it has allocated
  • we have allocated
  • you have allocated
  • they have allocated

Present Perfect Continuous

  • I have been allocating
  • you have been allocating
  • he|she|it has been allocating
  • we have been allocating
  • you have been allocating
  • they have been allocating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος allocate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I allocated
  • you allocated
  • he|she|it allocated
  • we allocated
  • you allocated
  • they allocated

Past continuous

  • I was allocating
  • you were allocating
  • he|she|it was allocating
  • we were allocating
  • you were allocating
  • they were allocating

Past perfect

  • I had allocated
  • you had allocated
  • he|she|it had allocated
  • we had allocated
  • you had allocated
  • they had allocated

Past perfect continuous

  • I had been allocating
  • you had been allocating
  • he|she|it had been allocating
  • we had been allocating
  • you had been allocating
  • they had been allocating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος allocate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will allocate
  • you will allocate
  • he|she|it will allocate
  • we will allocate
  • you will allocate
  • they will allocate

Future continuous

  • I will be allocating
  • you will be allocating
  • he|she|it will be allocating
  • we will be allocating
  • you will be allocating
  • they will be allocating

Future perfect

  • I will have allocated
  • you will have allocated
  • he|she|it will have allocated
  • we will have allocated
  • you will have allocated
  • they will have allocated

Future perfect continuous

  • I will have been allocating
  • you will have been allocating
  • he|she|it will have been allocating
  • we will have been allocating
  • you will have been allocating
  • they will have been allocating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα allocate

Present participle

  • allocating

Past participle

  • allocated

Perfect Participle

  • having allocated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα allocate

Imperative

  • allocate
  • let's allocate
  • allocate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: administrate alkalify alliterate allot alphabetize avail burlesque cote greet moisten