Κλίση του ρήματος adulate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα adulate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος adulate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I adulate
  • you adulate
  • he|she|it adulates
  • we adulate
  • you adulate
  • they adulate

Present Continuous

  • I am adulating
  • you are adulating
  • he|she|it is adulating
  • we are adulating
  • you are adulating
  • they are adulating

Present Perfect

  • I have adulated
  • you have adulated
  • he|she|it has adulated
  • we have adulated
  • you have adulated
  • they have adulated

Present Perfect Continuous

  • I have been adulating
  • you have been adulating
  • he|she|it has been adulating
  • we have been adulating
  • you have been adulating
  • they have been adulating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος adulate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I adulated
  • you adulated
  • he|she|it adulated
  • we adulated
  • you adulated
  • they adulated

Past continuous

  • I was adulating
  • you were adulating
  • he|she|it was adulating
  • we were adulating
  • you were adulating
  • they were adulating

Past perfect

  • I had adulated
  • you had adulated
  • he|she|it had adulated
  • we had adulated
  • you had adulated
  • they had adulated

Past perfect continuous

  • I had been adulating
  • you had been adulating
  • he|she|it had been adulating
  • we had been adulating
  • you had been adulating
  • they had been adulating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος adulate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will adulate
  • you will adulate
  • he|she|it will adulate
  • we will adulate
  • you will adulate
  • they will adulate

Future continuous

  • I will be adulating
  • you will be adulating
  • he|she|it will be adulating
  • we will be adulating
  • you will be adulating
  • they will be adulating

Future perfect

  • I will have adulated
  • you will have adulated
  • he|she|it will have adulated
  • we will have adulated
  • you will have adulated
  • they will have adulated

Future perfect continuous

  • I will have been adulating
  • you will have been adulating
  • he|she|it will have been adulating
  • we will have been adulating
  • you will have been adulating
  • they will have been adulating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα adulate

Present participle

  • adulating

Past participle

  • adulated

Perfect Participle

  • having adulated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα adulate

Imperative

  • adulate
  • let's adulate
  • adulate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: abscess admit adsorb adulterate advocate arrive broddle contour glisten miscreate