Κλίση του ρήματος acetylate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα acetylate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος acetylate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I acetylate
  • you acetylate
  • he|she|it acetylates
  • we acetylate
  • you acetylate
  • they acetylate

Present Continuous

  • I am acetylating
  • you are acetylating
  • he|she|it is acetylating
  • we are acetylating
  • you are acetylating
  • they are acetylating

Present Perfect

  • I have acetylated
  • you have acetylated
  • he|she|it has acetylated
  • we have acetylated
  • you have acetylated
  • they have acetylated

Present Perfect Continuous

  • I have been acetylating
  • you have been acetylating
  • he|she|it has been acetylating
  • we have been acetylating
  • you have been acetylating
  • they have been acetylating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος acetylate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I acetylated
  • you acetylated
  • he|she|it acetylated
  • we acetylated
  • you acetylated
  • they acetylated

Past continuous

  • I was acetylating
  • you were acetylating
  • he|she|it was acetylating
  • we were acetylating
  • you were acetylating
  • they were acetylating

Past perfect

  • I had acetylated
  • you had acetylated
  • he|she|it had acetylated
  • we had acetylated
  • you had acetylated
  • they had acetylated

Past perfect continuous

  • I had been acetylating
  • you had been acetylating
  • he|she|it had been acetylating
  • we had been acetylating
  • you had been acetylating
  • they had been acetylating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος acetylate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will acetylate
  • you will acetylate
  • he|she|it will acetylate
  • we will acetylate
  • you will acetylate
  • they will acetylate

Future continuous

  • I will be acetylating
  • you will be acetylating
  • he|she|it will be acetylating
  • we will be acetylating
  • you will be acetylating
  • they will be acetylating

Future perfect

  • I will have acetylated
  • you will have acetylated
  • he|she|it will have acetylated
  • we will have acetylated
  • you will have acetylated
  • they will have acetylated

Future perfect continuous

  • I will have been acetylating
  • you will have been acetylating
  • he|she|it will have been acetylating
  • we will have been acetylating
  • you will have been acetylating
  • they will have been acetylating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα acetylate

Present participle

  • acetylating

Past participle

  • acetylated

Perfect Participle

  • having acetylated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα acetylate

Imperative

  • acetylate
  • let's acetylate
  • acetylate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: acculturate acetify ache acquire apostrophise bramble conjure gesticulate microwave