Κλίση του ρήματος acclaim στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα acclaim στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος acclaim στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I acclaim
  • you acclaim
  • he|she|it acclaims
  • we acclaim
  • you acclaim
  • they acclaim

Present Continuous

  • I am acclaiming
  • you are acclaiming
  • he|she|it is acclaiming
  • we are acclaiming
  • you are acclaiming
  • they are acclaiming

Present Perfect

  • I have acclaimed
  • you have acclaimed
  • he|she|it has acclaimed
  • we have acclaimed
  • you have acclaimed
  • they have acclaimed

Present Perfect Continuous

  • I have been acclaiming
  • you have been acclaiming
  • he|she|it has been acclaiming
  • we have been acclaiming
  • you have been acclaiming
  • they have been acclaiming

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος acclaim στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I acclaimed
  • you acclaimed
  • he|she|it acclaimed
  • we acclaimed
  • you acclaimed
  • they acclaimed

Past continuous

  • I was acclaiming
  • you were acclaiming
  • he|she|it was acclaiming
  • we were acclaiming
  • you were acclaiming
  • they were acclaiming

Past perfect

  • I had acclaimed
  • you had acclaimed
  • he|she|it had acclaimed
  • we had acclaimed
  • you had acclaimed
  • they had acclaimed

Past perfect continuous

  • I had been acclaiming
  • you had been acclaiming
  • he|she|it had been acclaiming
  • we had been acclaiming
  • you had been acclaiming
  • they had been acclaiming

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος acclaim στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will acclaim
  • you will acclaim
  • he|she|it will acclaim
  • we will acclaim
  • you will acclaim
  • they will acclaim

Future continuous

  • I will be acclaiming
  • you will be acclaiming
  • he|she|it will be acclaiming
  • we will be acclaiming
  • you will be acclaiming
  • they will be acclaiming

Future perfect

  • I will have acclaimed
  • you will have acclaimed
  • he|she|it will have acclaimed
  • we will have acclaimed
  • you will have acclaimed
  • they will have acclaimed

Future perfect continuous

  • I will have been acclaiming
  • you will have been acclaiming
  • he|she|it will have been acclaiming
  • we will have been acclaiming
  • you will have been acclaiming
  • they will have been acclaiming

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα acclaim

Present participle

  • acclaiming

Past participle

  • acclaimed

Perfect Participle

  • having acclaimed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα acclaim

Imperative

  • acclaim
  • let's acclaim
  • acclaim

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: accelerate accessorize acclimate accoutre anoint bowdlerize confine gee metallize