Κλίση του ρήματος vaticinate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα vaticinate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος vaticinate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I vaticinate
  • you vaticinate
  • he|she|it vaticinates
  • we vaticinate
  • you vaticinate
  • they vaticinate

Present Continuous

  • I am vaticinating
  • you are vaticinating
  • he|she|it is vaticinating
  • we are vaticinating
  • you are vaticinating
  • they are vaticinating

Present Perfect

  • I have vaticinated
  • you have vaticinated
  • he|she|it has vaticinated
  • we have vaticinated
  • you have vaticinated
  • they have vaticinated

Present Perfect Continuous

  • I have been vaticinating
  • you have been vaticinating
  • he|she|it has been vaticinating
  • we have been vaticinating
  • you have been vaticinating
  • they have been vaticinating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος vaticinate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I vaticinated
  • you vaticinated
  • he|she|it vaticinated
  • we vaticinated
  • you vaticinated
  • they vaticinated

Past continuous

  • I was vaticinating
  • you were vaticinating
  • he|she|it was vaticinating
  • we were vaticinating
  • you were vaticinating
  • they were vaticinating

Past perfect

  • I had vaticinated
  • you had vaticinated
  • he|she|it had vaticinated
  • we had vaticinated
  • you had vaticinated
  • they had vaticinated

Past perfect continuous

  • I had been vaticinating
  • you had been vaticinating
  • he|she|it had been vaticinating
  • we had been vaticinating
  • you had been vaticinating
  • they had been vaticinating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος vaticinate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will vaticinate
  • you will vaticinate
  • he|she|it will vaticinate
  • we will vaticinate
  • you will vaticinate
  • they will vaticinate

Future continuous

  • I will be vaticinating
  • you will be vaticinating
  • he|she|it will be vaticinating
  • we will be vaticinating
  • you will be vaticinating
  • they will be vaticinating

Future perfect

  • I will have vaticinated
  • you will have vaticinated
  • he|she|it will have vaticinated
  • we will have vaticinated
  • you will have vaticinated
  • they will have vaticinated

Future perfect continuous

  • I will have been vaticinating
  • you will have been vaticinating
  • he|she|it will have been vaticinating
  • we will have been vaticinating
  • you will have been vaticinating
  • they will have been vaticinating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα vaticinate

Present participle

  • vaticinating

Past participle

  • vaticinated

Perfect Participle

  • having vaticinated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα vaticinate

Imperative

  • vaticinate
  • let's vaticinate
  • vaticinate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: defame fossilize stifle substantiate untread variegate vat vault vend whipsaw