Κλίση του ρήματος upskill στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα upskill στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος upskill στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I upskill
  • you upskill
  • he|she|it upskills
  • we upskill
  • you upskill
  • they upskill

Present Continuous

  • I am upskilling
  • you are upskilling
  • he|she|it is upskilling
  • we are upskilling
  • you are upskilling
  • they are upskilling

Present Perfect

  • I have upskilled
  • you have upskilled
  • he|she|it has upskilled
  • we have upskilled
  • you have upskilled
  • they have upskilled

Present Perfect Continuous

  • I have been upskilling
  • you have been upskilling
  • he|she|it has been upskilling
  • we have been upskilling
  • you have been upskilling
  • they have been upskilling

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος upskill στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I upskilled
  • you upskilled
  • he|she|it upskilled
  • we upskilled
  • you upskilled
  • they upskilled

Past continuous

  • I was upskilling
  • you were upskilling
  • he|she|it was upskilling
  • we were upskilling
  • you were upskilling
  • they were upskilling

Past perfect

  • I had upskilled
  • you had upskilled
  • he|she|it had upskilled
  • we had upskilled
  • you had upskilled
  • they had upskilled

Past perfect continuous

  • I had been upskilling
  • you had been upskilling
  • he|she|it had been upskilling
  • we had been upskilling
  • you had been upskilling
  • they had been upskilling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος upskill στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will upskill
  • you will upskill
  • he|she|it will upskill
  • we will upskill
  • you will upskill
  • they will upskill

Future continuous

  • I will be upskilling
  • you will be upskilling
  • he|she|it will be upskilling
  • we will be upskilling
  • you will be upskilling
  • they will be upskilling

Future perfect

  • I will have upskilled
  • you will have upskilled
  • he|she|it will have upskilled
  • we will have upskilled
  • you will have upskilled
  • they will have upskilled

Future perfect continuous

  • I will have been upskilling
  • you will have been upskilling
  • he|she|it will have been upskilling
  • we will have been upskilling
  • you will have been upskilling
  • they will have been upskilling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα upskill

Present participle

  • upskilling

Past participle

  • upskilled

Perfect Participle

  • having upskilled

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα upskill

Imperative

  • upskill
  • let's upskill
  • upskill

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: declutch foregather star stum unnerve uproot upsize upspring urbanize wee-wee