Κλίση του ρήματος unhorse στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα unhorse στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος unhorse στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I unhorse
  • you unhorse
  • he|she|it unhorses
  • we unhorse
  • you unhorse
  • they unhorse

Present Continuous

  • I am unhorsing
  • you are unhorsing
  • he|she|it is unhorsing
  • we are unhorsing
  • you are unhorsing
  • they are unhorsing

Present Perfect

  • I have unhorsed
  • you have unhorsed
  • he|she|it has unhorsed
  • we have unhorsed
  • you have unhorsed
  • they have unhorsed

Present Perfect Continuous

  • I have been unhorsing
  • you have been unhorsing
  • he|she|it has been unhorsing
  • we have been unhorsing
  • you have been unhorsing
  • they have been unhorsing

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος unhorse στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I unhorsed
  • you unhorsed
  • he|she|it unhorsed
  • we unhorsed
  • you unhorsed
  • they unhorsed

Past continuous

  • I was unhorsing
  • you were unhorsing
  • he|she|it was unhorsing
  • we were unhorsing
  • you were unhorsing
  • they were unhorsing

Past perfect

  • I had unhorsed
  • you had unhorsed
  • he|she|it had unhorsed
  • we had unhorsed
  • you had unhorsed
  • they had unhorsed

Past perfect continuous

  • I had been unhorsing
  • you had been unhorsing
  • he|she|it had been unhorsing
  • we had been unhorsing
  • you had been unhorsing
  • they had been unhorsing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος unhorse στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will unhorse
  • you will unhorse
  • he|she|it will unhorse
  • we will unhorse
  • you will unhorse
  • they will unhorse

Future continuous

  • I will be unhorsing
  • you will be unhorsing
  • he|she|it will be unhorsing
  • we will be unhorsing
  • you will be unhorsing
  • they will be unhorsing

Future perfect

  • I will have unhorsed
  • you will have unhorsed
  • he|she|it will have unhorsed
  • we will have unhorsed
  • you will have unhorsed
  • they will have unhorsed

Future perfect continuous

  • I will have been unhorsing
  • you will have been unhorsing
  • he|she|it will have been unhorsing
  • we will have been unhorsing
  • you will have been unhorsing
  • they will have been unhorsing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα unhorse

Present participle

  • unhorsing

Past participle

  • unhorsed

Perfect Participle

  • having unhorsed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα unhorse

Imperative

  • unhorse
  • let's unhorse
  • unhorse

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: cupel flat spill steeplechase unbutton unhallow unhook uniform unknot visor