Κλίση του ρήματος succour στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα succour στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος succour στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I succour
  • you succour
  • he|she|it succours
  • we succour
  • you succour
  • they succour

Present Continuous

  • I am succouring
  • you are succouring
  • he|she|it is succouring
  • we are succouring
  • you are succouring
  • they are succouring

Present Perfect

  • I have succoured
  • you have succoured
  • he|she|it has succoured
  • we have succoured
  • you have succoured
  • they have succoured

Present Perfect Continuous

  • I have been succouring
  • you have been succouring
  • he|she|it has been succouring
  • we have been succouring
  • you have been succouring
  • they have been succouring

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος succour στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I succoured
  • you succoured
  • he|she|it succoured
  • we succoured
  • you succoured
  • they succoured

Past continuous

  • I was succouring
  • you were succouring
  • he|she|it was succouring
  • we were succouring
  • you were succouring
  • they were succouring

Past perfect

  • I had succoured
  • you had succoured
  • he|she|it had succoured
  • we had succoured
  • you had succoured
  • they had succoured

Past perfect continuous

  • I had been succouring
  • you had been succouring
  • he|she|it had been succouring
  • we had been succouring
  • you had been succouring
  • they had been succouring

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος succour στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will succour
  • you will succour
  • he|she|it will succour
  • we will succour
  • you will succour
  • they will succour

Future continuous

  • I will be succouring
  • you will be succouring
  • he|she|it will be succouring
  • we will be succouring
  • you will be succouring
  • they will be succouring

Future perfect

  • I will have succoured
  • you will have succoured
  • he|she|it will have succoured
  • we will have succoured
  • you will have succoured
  • they will have succoured

Future perfect continuous

  • I will have been succouring
  • you will have been succouring
  • he|she|it will have been succouring
  • we will have been succouring
  • you will have been succouring
  • they will have been succouring

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα succour

Present participle

  • succouring

Past participle

  • succoured

Perfect Participle

  • having succoured

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα succour

Imperative

  • succour
  • let's succour
  • succour

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: cense doublebook rumple scribe strickle subtitle succeed succumb sufflate tautologize unstick