Κλίση του ρήματος option στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα option στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος option στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I option
  • you option
  • he|she|it options
  • we option
  • you option
  • they option

Present Continuous

  • I am optioning
  • you are optioning
  • he|she|it is optioning
  • we are optioning
  • you are optioning
  • they are optioning

Present Perfect

  • I have optioned
  • you have optioned
  • he|she|it has optioned
  • we have optioned
  • you have optioned
  • they have optioned

Present Perfect Continuous

  • I have been optioning
  • you have been optioning
  • he|she|it has been optioning
  • we have been optioning
  • you have been optioning
  • they have been optioning

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος option στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I optioned
  • you optioned
  • he|she|it optioned
  • we optioned
  • you optioned
  • they optioned

Past continuous

  • I was optioning
  • you were optioning
  • he|she|it was optioning
  • we were optioning
  • you were optioning
  • they were optioning

Past perfect

  • I had optioned
  • you had optioned
  • he|she|it had optioned
  • we had optioned
  • you had optioned
  • they had optioned

Past perfect continuous

  • I had been optioning
  • you had been optioning
  • he|she|it had been optioning
  • we had been optioning
  • you had been optioning
  • they had been optioning

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος option στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will option
  • you will option
  • he|she|it will option
  • we will option
  • you will option
  • they will option

Future continuous

  • I will be optioning
  • you will be optioning
  • he|she|it will be optioning
  • we will be optioning
  • you will be optioning
  • they will be optioning

Future perfect

  • I will have optioned
  • you will have optioned
  • he|she|it will have optioned
  • we will have optioned
  • you will have optioned
  • they will have optioned

Future perfect continuous

  • I will have been optioning
  • you will have been optioning
  • he|she|it will have been optioning
  • we will have been optioning
  • you will have been optioning
  • they will have been optioning

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα option

Present participle

  • optioning

Past participle

  • optioned

Perfect Participle

  • having optioned

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα option

Imperative

  • option
  • let's option
  • option

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: interrelate join notarise oppose optimize orate orientalize overwinter probate revalue vesiculate