Κλίση του ρήματος lesson στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα lesson στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος lesson στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I lesson
  • you lesson
  • he|she|it lessons
  • we lesson
  • you lesson
  • they lesson

Present Continuous

  • I am lessoning
  • you are lessoning
  • he|she|it is lessoning
  • we are lessoning
  • you are lessoning
  • they are lessoning

Present Perfect

  • I have lessoned
  • you have lessoned
  • he|she|it has lessoned
  • we have lessoned
  • you have lessoned
  • they have lessoned

Present Perfect Continuous

  • I have been lessoning
  • you have been lessoning
  • he|she|it has been lessoning
  • we have been lessoning
  • you have been lessoning
  • they have been lessoning

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος lesson στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I lessoned
  • you lessoned
  • he|she|it lessoned
  • we lessoned
  • you lessoned
  • they lessoned

Past continuous

  • I was lessoning
  • you were lessoning
  • he|she|it was lessoning
  • we were lessoning
  • you were lessoning
  • they were lessoning

Past perfect

  • I had lessoned
  • you had lessoned
  • he|she|it had lessoned
  • we had lessoned
  • you had lessoned
  • they had lessoned

Past perfect continuous

  • I had been lessoning
  • you had been lessoning
  • he|she|it had been lessoning
  • we had been lessoning
  • you had been lessoning
  • they had been lessoning

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος lesson στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will lesson
  • you will lesson
  • he|she|it will lesson
  • we will lesson
  • you will lesson
  • they will lesson

Future continuous

  • I will be lessoning
  • you will be lessoning
  • he|she|it will be lessoning
  • we will be lessoning
  • you will be lessoning
  • they will be lessoning

Future perfect

  • I will have lessoned
  • you will have lessoned
  • he|she|it will have lessoned
  • we will have lessoned
  • you will have lessoned
  • they will have lessoned

Future perfect continuous

  • I will have been lessoning
  • you will have been lessoning
  • he|she|it will have been lessoning
  • we will have been lessoning
  • you will have been lessoning
  • they will have been lessoning

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα lesson

Present participle

  • lessoning

Past participle

  • lessoned

Perfect Participle

  • having lessoned

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα lesson

Imperative

  • lesson
  • let's lesson
  • lesson

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: goose hand lacerate legitimize lessen let levitate masticate outstand project taser