Κλίση του ρήματος hesitate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα hesitate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος hesitate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I hesitate
  • you hesitate
  • he|she|it hesitates
  • we hesitate
  • you hesitate
  • they hesitate

Present Continuous

  • I am hesitating
  • you are hesitating
  • he|she|it is hesitating
  • we are hesitating
  • you are hesitating
  • they are hesitating

Present Perfect

  • I have hesitated
  • you have hesitated
  • he|she|it has hesitated
  • we have hesitated
  • you have hesitated
  • they have hesitated

Present Perfect Continuous

  • I have been hesitating
  • you have been hesitating
  • he|she|it has been hesitating
  • we have been hesitating
  • you have been hesitating
  • they have been hesitating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος hesitate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I hesitated
  • you hesitated
  • he|she|it hesitated
  • we hesitated
  • you hesitated
  • they hesitated

Past continuous

  • I was hesitating
  • you were hesitating
  • he|she|it was hesitating
  • we were hesitating
  • you were hesitating
  • they were hesitating

Past perfect

  • I had hesitated
  • you had hesitated
  • he|she|it had hesitated
  • we had hesitated
  • you had hesitated
  • they had hesitated

Past perfect continuous

  • I had been hesitating
  • you had been hesitating
  • he|she|it had been hesitating
  • we had been hesitating
  • you had been hesitating
  • they had been hesitating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος hesitate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will hesitate
  • you will hesitate
  • he|she|it will hesitate
  • we will hesitate
  • you will hesitate
  • they will hesitate

Future continuous

  • I will be hesitating
  • you will be hesitating
  • he|she|it will be hesitating
  • we will be hesitating
  • you will be hesitating
  • they will be hesitating

Future perfect

  • I will have hesitated
  • you will have hesitated
  • he|she|it will have hesitated
  • we will have hesitated
  • you will have hesitated
  • they will have hesitated

Future perfect continuous

  • I will have been hesitating
  • you will have been hesitating
  • he|she|it will have been hesitating
  • we will have been hesitating
  • you will have been hesitating
  • they will have been hesitating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα hesitate

Present participle

  • hesitating

Past participle

  • hesitated

Perfect Participle

  • having hesitated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα hesitate

Imperative

  • hesitate
  • let's hesitate
  • hesitate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: equalize expound hansel henpeck herringbone heterodyne high-stick impend leg orphan skim upswell