Κλίση του ρήματος gainsay στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα gainsay στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος gainsay στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I gainsay
  • you gainsay
  • he|she|it gainsays
  • we gainsay
  • you gainsay
  • they gainsay

Present Continuous

  • I am gainsaying
  • you are gainsaying
  • he|she|it is gainsaying
  • we are gainsaying
  • you are gainsaying
  • they are gainsaying

Present Perfect

  • I have gainsaid
  • you have gainsaid
  • he|she|it has gainsaid
  • we have gainsaid
  • you have gainsaid
  • they have gainsaid

Present Perfect Continuous

  • I have been gainsaying
  • you have been gainsaying
  • he|she|it has been gainsaying
  • we have been gainsaying
  • you have been gainsaying
  • they have been gainsaying

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος gainsay στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I gainsaid
  • you gainsaid
  • he|she|it gainsaid
  • we gainsaid
  • you gainsaid
  • they gainsaid

Past continuous

  • I was gainsaying
  • you were gainsaying
  • he|she|it was gainsaying
  • we were gainsaying
  • you were gainsaying
  • they were gainsaying

Past perfect

  • I had gainsaid
  • you had gainsaid
  • he|she|it had gainsaid
  • we had gainsaid
  • you had gainsaid
  • they had gainsaid

Past perfect continuous

  • I had been gainsaying
  • you had been gainsaying
  • he|she|it had been gainsaying
  • we had been gainsaying
  • you had been gainsaying
  • they had been gainsaying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος gainsay στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will gainsay
  • you will gainsay
  • he|she|it will gainsay
  • we will gainsay
  • you will gainsay
  • they will gainsay

Future continuous

  • I will be gainsaying
  • you will be gainsaying
  • he|she|it will be gainsaying
  • we will be gainsaying
  • you will be gainsaying
  • they will be gainsaying

Future perfect

  • I will have gainsaid
  • you will have gainsaid
  • he|she|it will have gainsaid
  • we will have gainsaid
  • you will have gainsaid
  • they will have gainsaid

Future perfect continuous

  • I will have been gainsaying
  • you will have been gainsaying
  • he|she|it will have been gainsaying
  • we will have been gainsaying
  • you will have been gainsaying
  • they will have been gainsaying

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα gainsay

Present participle

  • gainsaying

Past participle

  • gainsaid

Perfect Participle

  • having gainsaid

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα gainsay

Imperative

  • gainsay
  • let's gainsay
  • gainsay

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: dodder dwarf free-select gab gain gall gamble ground inspire mill satirise trail