Κλίση του ρήματος enervate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους
Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα enervate στα αγγλικά.
Κλίση του ρήματος enervate στους ενεστωτικούς χρόνους
Present Tense
- I enervate
- you enervate
- he|she|it enervates
- we enervate
- you enervate
- they enervate
Present Continuous
- I am enervating
- you are enervating
- he|she|it is enervating
- we are enervating
- you are enervating
- they are enervating
Present Perfect
- I have enervated
- you have enervated
- he|she|it has enervated
- we have enervated
- you have enervated
- they have enervated
Present Perfect Continuous
- I have been enervating
- you have been enervating
- he|she|it has been enervating
- we have been enervating
- you have been enervating
- they have been enervating
Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.
Κλίση του ρήματος enervate στους παρελθοντικούς χρόνους
Simple past
- I enervated
- you enervated
- he|she|it enervated
- we enervated
- you enervated
- they enervated
Past continuous
- I was enervating
- you were enervating
- he|she|it was enervating
- we were enervating
- you were enervating
- they were enervating
Past perfect
- I had enervated
- you had enervated
- he|she|it had enervated
- we had enervated
- you had enervated
- they had enervated
Past perfect continuous
- I had been enervating
- you had been enervating
- he|she|it had been enervating
- we had been enervating
- you had been enervating
- they had been enervating
Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.
Κλίση ρήματος enervate στους μελλοντικούς χρόνους
Future
- I will enervate
- you will enervate
- he|she|it will enervate
- we will enervate
- you will enervate
- they will enervate
Future continuous
- I will be enervating
- you will be enervating
- he|she|it will be enervating
- we will be enervating
- you will be enervating
- they will be enervating
Future perfect
- I will have enervated
- you will have enervated
- he|she|it will have enervated
- we will have enervated
- you will have enervated
- they will have enervated
Future perfect continuous
- I will have been enervating
- you will have been enervating
- he|she|it will have been enervating
- we will have been enervating
- you will have been enervating
- they will have been enervating
Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.
Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα enervate
Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα enervate
Imperative
- enervate
- let's enervate
- enervate
Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά
Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: crouch
decertify
emanate
endear
energize
enface
engineer
experiment
gear
inspan
rail
spook