Κλίση του ρήματος deafen στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα deafen στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος deafen στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I deafen
  • you deafen
  • he|she|it deafens
  • we deafen
  • you deafen
  • they deafen

Present Continuous

  • I am deafening
  • you are deafening
  • he|she|it is deafening
  • we are deafening
  • you are deafening
  • they are deafening

Present Perfect

  • I have deafened
  • you have deafened
  • he|she|it has deafened
  • we have deafened
  • you have deafened
  • they have deafened

Present Perfect Continuous

  • I have been deafening
  • you have been deafening
  • he|she|it has been deafening
  • we have been deafening
  • you have been deafening
  • they have been deafening

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος deafen στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I deafened
  • you deafened
  • he|she|it deafened
  • we deafened
  • you deafened
  • they deafened

Past continuous

  • I was deafening
  • you were deafening
  • he|she|it was deafening
  • we were deafening
  • you were deafening
  • they were deafening

Past perfect

  • I had deafened
  • you had deafened
  • he|she|it had deafened
  • we had deafened
  • you had deafened
  • they had deafened

Past perfect continuous

  • I had been deafening
  • you had been deafening
  • he|she|it had been deafening
  • we had been deafening
  • you had been deafening
  • they had been deafening

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος deafen στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will deafen
  • you will deafen
  • he|she|it will deafen
  • we will deafen
  • you will deafen
  • they will deafen

Future continuous

  • I will be deafening
  • you will be deafening
  • he|she|it will be deafening
  • we will be deafening
  • you will be deafening
  • they will be deafening

Future perfect

  • I will have deafened
  • you will have deafened
  • he|she|it will have deafened
  • we will have deafened
  • you will have deafened
  • they will have deafened

Future perfect continuous

  • I will have been deafening
  • you will have been deafening
  • he|she|it will have been deafening
  • we will have been deafening
  • you will have been deafening
  • they will have been deafening

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα deafen

Present participle

  • deafening

Past participle

  • deafened

Perfect Participle

  • having deafened

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα deafen

Imperative

  • deafen
  • let's deafen
  • deafen

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: brown-nose canoodle cube de-horn deadlock deal debouch depart ebb forerun outmatch reticulate