Κλίση του ρήματος paralyse στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα paralyse στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος paralyse στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I paralyse
  • you paralyse
  • he|she|it paralyses
  • we paralyse
  • you paralyse
  • they paralyse

Present Continuous

  • I am paralysing
  • you are paralysing
  • he|she|it is paralysing
  • we are paralysing
  • you are paralysing
  • they are paralysing

Present Perfect

  • I have paralysed
  • you have paralysed
  • he|she|it has paralysed
  • we have paralysed
  • you have paralysed
  • they have paralysed

Present Perfect Continuous

  • I have been paralysing
  • you have been paralysing
  • he|she|it has been paralysing
  • we have been paralysing
  • you have been paralysing
  • they have been paralysing

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος paralyse στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I paralysed
  • you paralysed
  • he|she|it paralysed
  • we paralysed
  • you paralysed
  • they paralysed

Past continuous

  • I was paralysing
  • you were paralysing
  • he|she|it was paralysing
  • we were paralysing
  • you were paralysing
  • they were paralysing

Past perfect

  • I had paralysed
  • you had paralysed
  • he|she|it had paralysed
  • we had paralysed
  • you had paralysed
  • they had paralysed

Past perfect continuous

  • I had been paralysing
  • you had been paralysing
  • he|she|it had been paralysing
  • we had been paralysing
  • you had been paralysing
  • they had been paralysing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος paralyse στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will paralyse
  • you will paralyse
  • he|she|it will paralyse
  • we will paralyse
  • you will paralyse
  • they will paralyse

Future continuous

  • I will be paralysing
  • you will be paralysing
  • he|she|it will be paralysing
  • we will be paralysing
  • you will be paralysing
  • they will be paralysing

Future perfect

  • I will have paralysed
  • you will have paralysed
  • he|she|it will have paralysed
  • we will have paralysed
  • you will have paralysed
  • they will have paralysed

Future perfect continuous

  • I will have been paralysing
  • you will have been paralysing
  • he|she|it will have been paralysing
  • we will have been paralysing
  • you will have been paralysing
  • they will have been paralysing

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα paralyse

Present participle

  • paralysing

Past participle

  • paralysed

Perfect Participle

  • having paralysed

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα paralyse

Imperative

  • paralyse
  • let's paralyse
  • paralyse

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: allow larn long overstock paper parallel paralyze parenthesize pitchfork re-sort scramble workharden