Κλίση του ρήματος invigilate στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα invigilate στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος invigilate στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I invigilate
  • you invigilate
  • he|she|it invigilates
  • we invigilate
  • you invigilate
  • they invigilate

Present Continuous

  • I am invigilating
  • you are invigilating
  • he|she|it is invigilating
  • we are invigilating
  • you are invigilating
  • they are invigilating

Present Perfect

  • I have invigilated
  • you have invigilated
  • he|she|it has invigilated
  • we have invigilated
  • you have invigilated
  • they have invigilated

Present Perfect Continuous

  • I have been invigilating
  • you have been invigilating
  • he|she|it has been invigilating
  • we have been invigilating
  • you have been invigilating
  • they have been invigilating

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος invigilate στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I invigilated
  • you invigilated
  • he|she|it invigilated
  • we invigilated
  • you invigilated
  • they invigilated

Past continuous

  • I was invigilating
  • you were invigilating
  • he|she|it was invigilating
  • we were invigilating
  • you were invigilating
  • they were invigilating

Past perfect

  • I had invigilated
  • you had invigilated
  • he|she|it had invigilated
  • we had invigilated
  • you had invigilated
  • they had invigilated

Past perfect continuous

  • I had been invigilating
  • you had been invigilating
  • he|she|it had been invigilating
  • we had been invigilating
  • you had been invigilating
  • they had been invigilating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος invigilate στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will invigilate
  • you will invigilate
  • he|she|it will invigilate
  • we will invigilate
  • you will invigilate
  • they will invigilate

Future continuous

  • I will be invigilating
  • you will be invigilating
  • he|she|it will be invigilating
  • we will be invigilating
  • you will be invigilating
  • they will be invigilating

Future perfect

  • I will have invigilated
  • you will have invigilated
  • he|she|it will have invigilated
  • we will have invigilated
  • you will have invigilated
  • they will have invigilated

Future perfect continuous

  • I will have been invigilating
  • you will have been invigilating
  • he|she|it will have been invigilating
  • we will have been invigilating
  • you will have been invigilating
  • they will have been invigilating

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα invigilate

Present participle

  • invigilating

Past participle

  • invigilated

Perfect Participle

  • having invigilated

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα invigilate

Imperative

  • invigilate
  • let's invigilate
  • invigilate

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: forgive gam intercross inveigh investigate invigorate iodate lame muddle plait stripsearch