Κλίση του ρήματος carpool στα αγγλικά σε όλους τους χρόνους

Ακολουθούν οι πίνακες κλίσεων για το ρήμα carpool στα αγγλικά.

Κλίση του ρήματος carpool στους ενεστωτικούς χρόνους

Present Tense

  • I carpool
  • you carpool
  • he|she|it carpools
  • we carpool
  • you carpool
  • they carpool

Present Continuous

  • I am carpooling
  • you are carpooling
  • he|she|it is carpooling
  • we are carpooling
  • you are carpooling
  • they are carpooling

Present Perfect

  • I have carpooled
  • you have carpooled
  • he|she|it has carpooled
  • we have carpooled
  • you have carpooled
  • they have carpooled

Present Perfect Continuous

  • I have been carpooling
  • you have been carpooling
  • he|she|it has been carpooling
  • we have been carpooling
  • you have been carpooling
  • they have been carpooling

Πώς να χρησιμοποιήσετε αυτές τις κλίσεις χρόνων στα αγγλικά; Ο Present εκφράζει συνήθεια, συχνότητα, γενικές αλήθειες και κατάσταση στα αγγλικά. Ο Present Continuous εκφράζει κυρίως την ιδέα μιας ενέργειας ή δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Present Perfect εκφράζει έννοιες που σχετίζονται πάντα με το παρόν ή τη συνέπεια ενός γεγονότος. Τέλος ο Present Perfect Continuous εκφράζει την ιδέα μίας δραστηριότητας σε διάρκεια.

Κλίση του ρήματος carpool στους παρελθοντικούς χρόνους

Simple past

  • I carpooled
  • you carpooled
  • he|she|it carpooled
  • we carpooled
  • you carpooled
  • they carpooled

Past continuous

  • I was carpooling
  • you were carpooling
  • he|she|it was carpooling
  • we were carpooling
  • you were carpooling
  • they were carpooling

Past perfect

  • I had carpooled
  • you had carpooled
  • he|she|it had carpooled
  • we had carpooled
  • you had carpooled
  • they had carpooled

Past perfect continuous

  • I had been carpooling
  • you had been carpooling
  • he|she|it had been carpooling
  • we had been carpooling
  • you had been carpooling
  • they had been carpooling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Simple Past εκφράζει ολοκληρωμένες ενέργειες που δεν σχετίζονται με το παρόν, παρελθοντικές ενέργειες ή συνήθειες του παρελθόντος. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα αγγλικά. Ο Past Continuous από την άλλη χρησιμοποιείται για να εκφράσει επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν ή για μία ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και διακόπτεται από μία άλλη ενέργεια. ΟPast Perfectχρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ενέργεια συνέβη πριν από μία άλλη ενέργεια. Τέλος ο Past Perfect Continuous χρησιμοποιείται για μία επαναλαμβανόμενη ενέργεια στο παρελθόν που συνεχίστηκε μέχρι που διεκόπη από μία άλλη ενέργεια.

Κλίση ρήματος carpool στους μελλοντικούς χρόνους

Future

  • I will carpool
  • you will carpool
  • he|she|it will carpool
  • we will carpool
  • you will carpool
  • they will carpool

Future continuous

  • I will be carpooling
  • you will be carpooling
  • he|she|it will be carpooling
  • we will be carpooling
  • you will be carpooling
  • they will be carpooling

Future perfect

  • I will have carpooled
  • you will have carpooled
  • he|she|it will have carpooled
  • we will have carpooled
  • you will have carpooled
  • they will have carpooled

Future perfect continuous

  • I will have been carpooling
  • you will have been carpooling
  • he|she|it will have been carpooling
  • we will have been carpooling
  • you will have been carpooling
  • they will have been carpooling

Πώς χρησιμοποιείτε αυτούς τους χρόνους κλίσης στα αγγλικά; Ο Future χρησιμοποιείται για να εκφράσει πραγματικές ενέργειες στο μέλλον. Ο Future Continuous χρησιμοποιείται για να εκφράσει γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον. Ο Future Perfect είναι ένας χρόνος κλίσης που δε χρησιμοποιείται συχνά στα αγγλικά, καθώς αυτός ο χρόνος κλίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει μία μελλοντική πραγματική πράξη που θα συμβεί πριν από μία άλλη. Τέλος ο Future Perfect Continuous χρησιμοποιείται πολύ σπάνια για να εκφράσει μία μελλοντική ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και πριν από μία άλλη.

Οι διαφορετικές μορφές της μετοχής στα αγγλικά, για το ρήμα carpool

Present participle

  • carpooling

Past participle

  • carpooled

Perfect Participle

  • having carpooled

Το imperative στα αγγλικά, για το ρήμα carpool

Imperative

  • carpool
  • let's carpool
  • carpool

Κλίστε ένα άλλο ρήμα στα αγγλικά

Άλλα τυχαία ρήματα για να ανακαλύψετε στα Αγγλικά: acetify aluminize calculate carom carpetbomb carry caseharden clarion curtain doublebook lacquer pot-roast